Σάββατο, Αυγούστου 30, 2008

BOSKO HIPPY


Δεν έτυχε να γνωρίσω ποτέ τον ποιητή Νίκο Καρούζο. Και θα ήταν μάλλον αδύνατο γενικώς, εφόσον, όταν αυτός απεβίωσε το 1990, εγώ ήμουν 8 ετών. Έχω έρθει σε επαφή όμως με τόσους πολλούς ανθρώπους που τον συναναστρέφονταν τα τελευταία χρόνια της ζωής του, ώστε μπορώ να λέω μέσα μου ό,τι σχεδόν τον γνώρισα. Το ίδιο ακριβώς που μου συμβαίνει με τον Μάνο Χατζιδάκι. Η καθημερινότητα πλέον με τους περισσότερους αυθεντικούς ερμηνευτές του είναι μια μετάγγιση, μια μικρή δόση πνευματικότητας από την τόση πολλή που κουβάλαγε αυτός ο ιδιαίτερος άνθρωπος και καλλιτέχνης.
Ο "δικός μου" Νίκος Καρούζος δεν είναι εκείνος που έπαιζε τάβλι με τον Λευτέρη Παπαδόπουλο. Είναι ένας παρηκμασμένος μέθυσος που έγραφε στιχάκια σε χαρτοπετσέτες για να τον κεράσουν μπίρες στο Dada στα Εξάρχεια.
Δεν είναι ο ποιητής που τα' χε κάνει πλακάκια με τους σοφούς του κράτους αυτού (μια αναφορά εδώ στον Βολφ Μπίρμαν), περιφερόμενος σε πρεμιέρες της Επιδαύρου και του Ηρωδείου. Είναι ένας εξαιρετικά δύστροπος άνθρωπος που δεν παραδεχόταν καμία γυναίκα τραγουδίστρια πλην της ρεμπέτισσας Ιωάννας Γεωργακοπούλου. Πού από το εκκεντρικό μένος του δεν ξέφυγαν ούτε η Χάρις Αλεξίου, αλλά ούτε και η Φλέρυ Νταντωνάκη, ασχέτως αν την τελευταία την άκουγε με δέος τα βράδια στον Πύργο των Αθηνών του Σκούρτη.
Ένας καραβοτσακισμένος, μα πάντα ομορφάντρας, ο πιο φανατικός μισογύνης, δίχως να είναι ούτε κατά διάνοια ομοφυλόφιλος.
Ο "δικός" μου Νίκος Καρούζος δε χαριζόταν σε κανένα συνάδερφο του, όσες περγαμηνές και αν είχε στις αποσκευές του. Τραβούσε τα ξημερώματα σκνίπα στο μεθύσι για το Κολωνάκι, προπηλακίζοντας κι αυτόν τον μέγα Ελύτη κάτω από το μπαλκόνι του. Κι εκείνος έβγαινε από την ησυχία του, άνοιγε τα χέρια του και ρωτούσε με ήρεμη φωνή έχετε τίποτα μαζί μου, κύριε; Οι δύο ποιητές εν ώρα γήινης μάχης, ο ένας κάτω και ο άλλος πάνω, στο μπαλκόνι της οικείας του!
Δεν είναι ποιητής που περίμενε την έμπνευση και τον ποιητικό οίστρο για να γράψει. Είναι αυτός που πιανόταν από μια λέξη ανθρώπων που είχαν τη συμπάθεια του και τη συνέχιζε σε κανονικό ποίημα. Ποιος εκδοτικός οίκος άραγε θα βρει και θα εκδώσει αυτά τα λαμπρά ποιήματα τής, προ του τέλους, περιόδου του; Σε ποια συρτάρια λούμπεν στοιχείων των Εξαρχείων κιτρινίζουν και ξεφτίζουν;
Ο "δικός μου" Νίκος Καρούζος δεν είναι ποιητής που του αποσπάς εύκολα την ευγένεια. Αντιθέτως, νικιέται μόνιμα από μιαν ολοκληρωτική έλλειψη τακτ και καθωσπρεπισμού. Είναι αυτός που κάποτε, πάλι στο Dada, τον γνώρισαν δύο λάτρεις του έργου του και γιατροί στο επάγγελμα. Πού τα βρήκαν μια χαρά μαζί του, πού τους έγραψε στιχάκια επί τόπου, για πάρτη τους, προς μεγάλη τους τιμή, μέχρι που αυτοί θεώρησαν ότι δικαιούνται να του κάνουν και μιαν άσκημη κριτική. Τους ανόητους! Ένα ολίγον αρνητικό σχόλιο τους για το Χαρμόσυνο λάβδανο του, έκανε τον ποιητή να μετατραπεί σε θηρίο, να τους δείξει έναν προς έναν με το δάχτυλο του, ουρλιάζοντας στον πούτσο μου σας γράφω, κύριοι! Το καταλαβαίνετε; Στον π ο ύ τ σ ο μου!!!
Ο "δικός μου" Νίκος Καρούζος μπορεί να χτυπήθηκε από τον καρκίνο και να άφησε την τελευταία του πνοή σ' ένα αξιοπρεπές νοσοκομείο, προηγουμένως όμως είχε προλάβει να αλλάξει δεκάδες σπίτια και συνοικίες, βιώνοντας με τα όλα του τη δυσκολία του μεγαλείου του περιθωρίου και ξεχασμένος εντελώς από την επίσημη πολιτεία. Ποιος ξέρει, αν οι στίχοι του Νίκου Καρούζου είχαν γίνει τραγούδια μεγάλης ή μικρής κατανάλωσης να μην έφευγε έτσι. Ούτε να τα έβαζε με τον πρώτο τυχόντα, αλλά ούτε και με τον Οδυσσέα Ελύτη.
Αυτός ήταν! Δεν πέρασα ποτέ από δίπλα του, όμως χαίρομαι που φυλάσσω μέσα μου αυτήν
του την τόσο διαφορετική και ομολογουμένως αλλοπρόσαλη εικόνα και μνήμη.

1 σχόλιο :

Ανώνυμος είπε...

Οι ποιητές είναι πιο άρρωστοι απ' τις μητέρες
κι ο άξιος εύκολα μένει στο όνειρο
κι ο άξιος με γυμνό σώμα πολεμά το επίγειο κράτος,
πολεμά την τίγρισσα,
κι η θρησκεία κι η τέχνη κηλίδες απάνω στο θηρίο
κι οι ποιητές κι οι φιλόσοφοι κηλίδες
ανώφελες και γύρω τους η ερημιά.
Τρέχει τ' άγριο ζώο πηδά στροβιλίζει τον τρόμο
και τρέφεται με τους φόνους
και τρέχει το δέρμα του και τρέχουν οι κηλίδες
ακίνητες και γύρω τους η ερημιά.

Ν. Καρούζος